Tristan Leoni & Céline Alkamar – Ο ιός, το κράτος και εμείς (4ο μέρος)

Η αντίσταση των προλετάριων

 «Όχι, δεν γυρνώ πίσω. Δεν θα ξαναπατήσω το πόδι μου σε εκείνη τη φυλακή,
είναι εντελώς σιχαμένη!
»

Jocelyne στο Pierre Bonneau, La Reprise du travail aux usines Wonder, Ιούνιος 1968.

«Δεν άντεχα άλλο τη συνύπαρξη με τους συναδέλφους μου και έτσι βρήκα
μια προσωρινή δουλειά!
»

Ένας σύντροφος, Μάρτιος 2020

Ενώπιον της διττής αντιφατικής εντολής της κυβέρνησης να μείνουμε σπίτι αλλά και να συνεχίσουμε να δουλεύουμε όσο το δυνατόν περισσότερο (προστασία του πληθυσμού, διάσωση της οικονομίας), ενώπιον του κυνισμού και της έκδηλης ανικανότητας αυτών που μας κυβερνούν, μια κάποια δυσαρέσκεια είναι ορατή. Αλλά δεν θα ξεσπάσουν πολλοί αγώνες καθώς εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις θα επιλέξουν να χρησιμοποιήσουν τον «έκτακτο και μαζικό» μηχανισμό του επιδοτούμενου μειωμένου ωραρίου που εισήγαγε η κυβέρνηση. Και παρότι πολλοί εργαζόμενοι αισθάνονται περιφρονημένοι, ότι τους μεταχειρίζονται ως βορά για τα κανόνια, δεν φαίνεται προς το παρόν να αναδύεται κάποιο κίνημα διαμαρτυρίας. Η παραλυτική δράση της κρίσης είναι ισχυρότερη.

Σίγουρα έγιναν ορισμένες απεργίες, ειδικά κατά την πρώτη εβδομάδα της καραντίνας[i] λόγω της έλλειψης μέτρων προστασίας σε ορισμένους χώρους εργασίας. Οι απεργοί διεκδίκησαν βελτίωση των εργασιακών συνθηκών ή το κλείσιμο της επιχείρησης και τη χρήση του συστήματος του «επιδοτούμενου μειωμένου ωραρίου». Ορισμένες φορές προκαλείται οργή όταν οι εργαζόμενοι ανακαλύπτουν ότι μέρος της διοίκησης και οι προϊστάμενοι του τμήματός τους έχουν εξαφανιστεί, επιλέγοντας την τηλε-εργασία, ενώ οι ίδιοι είναι καταδικασμένοι να θέτουν τον εαυτό τους σε κίνδυνο. Μερικές απεργίες πρέπει επίσης να ξέσπασαν μετά τον εντοπισμό κρουσμάτων κορωνοϊού στο προσωπικό και σε λίγες περιπτώσεις προκειμένου να αποσπάσουν ένα επιπρόσθετο επίδομα για τον κίνδυνο στον οποίο εκτίθενται οι εργαζόμενοι. Ωστόσο, φαίνεται ότι αυτοί οι αγώνες διεξήχθηκαν με αρκετά παραδοσιακές μεθόδους και γενικά μέσα σε ένα πολύ κοινότοπο συνδικαλιστικό πλαίσιο (για παράδειγμα, στάσεις εργασίας διάρκειας μισής μέρας).

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι σε πολλές επιχειρήσεις οι προλετάριοι χρησιμοποίησαν το «δικαίωμα αποχώρησης» που επιτρέπει σε έναν εργαζόμενο να σταματήσει να εργάζεται λόγω «σοβαρού και άμεσου κινδύνου στη ζωή ή την υγεία» – συνήθως σε ατομική βάση, αλλά επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις συλλογικά, ως πλάγιο τρόπο απεργίας. Επίσης, το ποσοστό απουσιών από την εργασία έχει αυξηθεί ραγδαία μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ειδικά σε τομείς όπως η επεξεργασία τροφίμων και η καθαριότητα, όπου σύμφωνα με τα στοιχεία ανέρχεται σε 40%.[ii] Τέλος, ένας πολύ μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων έχει αναγκαστεί κάτω από την πίεση των εργαζομένων να λάβει μέτρα προστασίας για να αποφύγει τις κινητοποιήσεις σε αυτή την πολύ κρίσιμη περίοδο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στον κλάδο των διανομών όπου η ένταση της εργασίας έχει αυξηθεί (χωρίς αμφιβολία με διαφορές από επιχείρηση σε επιχείρηση).

Αλλά συνολικά οι συλλογικές δράσεις αντίστασης ήταν εν τέλει αρκετά λίγες αν λάβουμε υπόψη ότι σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι αντιμετώπισαν αρχικά το ζήτημα του κινδύνου και ότι πιθανόν ανάμεσα στο ένα τέταρτο και το ένα τρίτο των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα εξαναγκάστηκαν να συνεχίσουν να δουλεύουν. Προς το παρόν, η επίγνωση που ορισμένοι εργαζόμενοι έχουν αποκτήσει για τον στρατηγικό χαρακτήρα της δουλειάς τους (υγεία, μαζικές διανομές, logistics) δεν οδήγησε αυτόματα στην ενίσχυση του μαχητικού τους πνεύματος. Η μισθωτή εργασία είναι μια κοινωνική σχέση που αρνείται την ανθρώπινη υπόσταση του εργαζόμενου. Αλλά η υπενθύμιση, ή και η ανακάλυψη για ορισμένους, αυτής της αλήθειας συνοδεύεται από μια δεύτερη αλήθεια, το ότι το προλεταριάτο είναι σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένο και ατομικοποιημένο. Ο φόβος και η ανασφάλεια που πολλοί εργάτες αισθάνονται δημιουργεί εντάσεις και σε αυτή την περίοδο της πανδημίας δεν λείπουν οι μαρτυρίες ατομικιστικών συμπεριφορών στους χώρους εργασίας. Σε καιρούς αβεβαιότητας τόσο η αλληλεγγύη όσο και ο ατομισμός μπορεί να ενισχυθούν. Η ηθική, και εργοδοτική, πίεση στους εργαζόμενους, σύμφωνα με την οποία η μοίρα της «χώρας» εξαρτάται από τη δραστηριότητά τους, συμβάλλει σε μια εσωτερική διαίρεση ανάμεσα σε «υπεύθυνους» και «ανεύθυνους». Η κρίση φαίνεται να ωθεί την πλειοψηφία των εργαζομένων να αποδεχτούν τις «θυσίες» για την «επιβίωση» του πληθυσμού.

Όσοι κατέβηκαν σε απεργία ή, συνήθως, εξάσκησαν το δικαίωμά τους να αποχωρήσουν δεν το έκαναν για να αποφύγουν την εργασία ή για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στα μέτρα ασφαλείας της κυβέρνησης αλλά για να αποφύγουν να δουλέψουν υπό αυτές τις συνθήκες.[iii] Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι η ταξική πάλη ξεπροβάλλει μέσω της αντίφασης ανάμεσα στα συμφέροντα της παραγωγής και του εμπορίου και τα συμφέροντα των εργαζομένων, σε αυτή την περίπτωση την υγεία τους.

Δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο βαθμό αυτή η διαμαρτυρία συνέβαλλε στο κλείσιμο των επιχειρήσεων. Πιθανόν προστέθηκε στην ευρύτερη κίνηση της γενικότερης παράλυσης στη χώρα κατά την πρώτη εβδομάδα της καραντίνας. Τα μπλοκάρισμα της παραγωγής ξεκίνησε από τα κινεζικά εργοστάσια και επεκτάθηκε στις γαλλικές βιομηχανίες σαν χιονοστιβάδα (λόγω έλλειψης υλικών) μέσω διαδοχικών υπεργολάβων και της κάθετης πτώσης των παραγγελιών (η κατανάλωση στη Γαλλία μειώθηκε κατά ένα τρίτο από τις 17 Μαρτίου).[iv] Το φαινόμενο αυτό ενισχύθηκε από πολυάριθμους ανασταλτικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του κλεισίματος των σχολείων.

Η κατάσταση της γαλλικής οικονομίας και των 26 εκατομμυρίων εργαζομένων που εργάζονται στη χώρα είναι δύσκολο να προσδιοριστεί, ειδικά καθώς μεταβάλλεται (διαρκείς διακοπές και επανεκκινήσεις των δραστηριοτήτων) και τα διαθέσιμα στοιχεία είναι ορισμένες φορές αντιφατικά. Ωστόσο, φτάνοντας στις αρχές του Απριλίου ορισμένα βασικά μεγέθη μπορούν να καταγραφούν:

Το μέτρο του επιδοτούμενου μειωμένου ωραρίου, που πράγματι, δεν είναι καθολικό, αφορά αυτή τη στιγμή τουλάχιστον 9 εκατομμύρια εργαζόμενους, δηλαδή σχεδόν έναν στους δύο εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Ο αριθμός αυτός αντανακλά τη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας κατά το ένα τρίτο λόγω της υγειονομικής κρίσης (μέχρι το τέλος του Μαρτίου), παρότι πολλοί προλετάριοι που έχασαν τις δουλειές τους δεν ωφελούνται από αυτό το σύστημα: όσοι απλώς απολύθηκαν, όσοι εργάζονται σε προσωρινές θέσεις εργασίας των οποίων οι συμβάσεις δεν ανανεώθηκαν, πολλοί προσωρινοί εργάτες και το σύνολο των αδήλωτων εργαζόμενων.[v] Ως εναλλακτική λύση στο πρόβλημα της μερικής ή της συνολικής απόλυσης του προσωπικού, το απλοποιημένο και διευρυμένο σύστημα επιδοτούμενου μειωμένου ωραρίου, δεν κοστίζει τίποτα στις επιχειρήσεις. Αντιθέτως, τους προσφέρει τη δυνατότητα να κρατήσουν τους εργαζόμενούς τους εκπαιδευμένους και διαθέσιμους και τους επιτρέπει να ξαναρχίσουν γρήγορα τις εργασίες τους.[vi]

Το κράτος θα πρέπει να δαπανήσει δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ για το σύστημα του μειωμένου ωραρίου· αλλά αυτό είναι και το τίμημα που πρέπει να πληρώσει προκειμένου να αποτρέψει τη μετατροπή της υγειονομικής κρίσης σε κοινωνική καταστροφή που θα οδηγούσε σε συγκρούσεις. Η εν λόγω στρατηγική υποστήριξης του εισοδήματος –που περιλαμβάνει την επέκταση των επιδομάτων ανεργίας, την προκαταβολή άλλων επιδομάτων κ.λπ.– δεν αποτελεί φυσικά έκφραση ενός φιλανθρωπικού αισθήματος αλλά ανάγκη για τη διατήρηση μιας σχετικής κοινωνικής σταθερότητας (π.χ. για να μην ανακύψει το ζήτημα ταμπού της παύσης πληρωμών των ενοικίων).

Και υπάρχουν κι αυτοί που συνεχίζουν να εργάζονται, οι οποίοι είναι και οι περισσότεροι. Η τηλε-εργασία, που επίσης δεν είναι καθολική, υπολογίζεται ότι αφορά 8 εκατομμύρια εργαζόμενους (σχεδόν το ένα τέταρτο του εργατικού δυναμικού, η πλειοψηφία των οποίων είναι στελέχη αλλά και πολλοί ιδιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι).[vii] Οι υπόλοιποι, δηλαδή ένα μεγάλο κομμάτι αν όχι η πλειοψηφία αυτών που εργάζονται «χειρωνακτικά» συνεχίζουν να εργάζονται στον χώρο εργασίας τους, παρά τον κίνδυνο της μετάδοσης του ιού.

Ενώ ορισμένοι παραγωγικοί κλάδοι σταμάτησαν εντελώς να λειτουργούν τον Μάρτιο –λ.χ. οι κατασκευές– έφτασε ήδη η στιγμή που πολλές βιομηχανίες θα ξεκινήσουν και πάλι να λειτουργούν. Αφού αρχικά συνέβαλλαν ορισμένες φορές στο κλείσιμο των χώρων εργασίας, τα συνδικάτα διαπραγματεύονται τώρα με τους εργοδότες για να οργανώσουν τη γενική επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας.[viii]

Στην αυτοκινητοβιομηχανία, που έχει σταματήσει πλήρως να λειτουργεί από τα μέσα του Μαρτίου,[ix] έχουν υπογραφεί σχεδόν πανομοιότυπες συμφωνίες ανάμεσα στα πλειοψηφικά συνδικάτα και τη διοίκηση, τόσο στη Renault όσο και στην PSA [Peugeot, Citroen, Opel, κ.λπ.] (μπορεί κανείς να φανταστεί ποιος είναι ο συσχετισμός δύναμης στα εργοστάσια που έχουν αδειάσει από τους εργαζόμενούς τους). Αυτές οι συμφωνίες προβλέπουν τη διατήρηση του 100% του μισθού για τους εργαζόμενους που εντάσσονται στο μειωμένο ωράριο (το μέρος που δεν καλύπτεται από το κράτος θα χρηματοδοτηθεί από ένα ταμείο αλληλοβοήθειας στο οποίο συνεισφέρει η επιχείρηση καθώς και από τους ίδιους τους εργαζόμενους με τη μορφή της απώλειας ημερών άδειας). Προβλέπουν επίσης μέτρα που εγγυώνται την προστασία της υγείας των εργαζομένων, τη σταδιακή επανεκκίνηση της παραγωγής (ώστε να αποφευχθεί η υπερπαραγωγή), την αυξημένη ευελιξία της εργασίας η οποία θα επιτρέπει την εντατικοποίηση της παραγωγής αν αυτό καταστεί αναγκαίο (για παράδειγμα, εξαήμερες εβδομάδες εργασίας ή περιορισμό της πληρωμένης άδειας). Είναι πιθανό ότι συμφωνίες αυτού του είδους θα πολλαπλασιαστούν τις επόμενες εβδομάδες. Αυτό δείχνει ότι ο ρόλος των συνδικάτων θα μπορούσε να είναι σημαντικός για την επιστροφή στην εργασία υπό καλές συνθήκες αλλά και ότι η βαθιά αδυναμία τους είναι πιθανόν κάτι για το οποίο θα μετανιώσουν τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι εργοδότες και η κυβέρνηση.

Καθώς η ανάκαμψη της οικονομίας θα είναι σταδιακή για τεχνικούς λόγους και για λόγους υγείας, ορισμένοι θεωρούν ότι αυτός ο αργός ρυθμός θα οφείλεται και σε κοινωνικούς λόγους. Πράγματι, μετά από τόσα ψέματα, κυνισμό και ανικανότητα, τίθεται το ερώτημα πώς θα αντιδράσει ο πληθυσμός στην τροφοδότηση της οικονομίας και της «εθνικής προσπάθειας» με δισεκατομμύρια ευρώ και στις νέες θυσίες που θα του ζητήσουν να κάνει. Πολύς κόσμος (κυρίως από τον ακτιβιστικό χώρο) υποστηρίζει ότι «την επόμενη μέρα» θα ξεσπάσουν οργισμένες αντιδράσεις χωρίς προηγούμενο – προφανώς, και η κυβέρνηση λαμβάνει υπόψη της αυτή την πιθανότητα.

Φυσικά ελπίζουμε να γίνει ένα τέτοιο άλμα, ακόμα κι αν το επίπεδο της αντίστασης των εργαζόμενων μέσα στην περίοδο της καραντίνας δεν δίνει καλούς οιωνούς. Οπωσδήποτε, η πίεση στους μισθούς και τις τιμές, η άνοδος των ενοικίων, η πτώση του βιοτικού επιπέδου ώθησαν πρόσφατα πολλούς προλετάριους στους δρόμους, σε μια αναπάντεχη έκρηξη οργής, νέα ως προς τη μορφή της (τα Κίτρινα Γιλέκα). Αλλά αυτό το επεισόδιο του αγώνα ακολουθήθηκε από μια κινητοποίηση των προλετάριων ενάντια στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος η οποία ήταν πολύ αδύναμη και η οποία επέστρεψε στις κλασικές μεθόδους ως προς τη μορφή της. Η δυναμική της ταξικής πάλης δεν είναι μηχανική. Τι πυροδοτεί την εξέγερση; Σίγουρα όχι το γεγονός ότι έχουμε φτάσει στον πάτο (που θα ήταν ένα αβυσσαλέο επίπεδο φτώχειας ή η εγκαθίδρυση μιας δικτατορίας). Στο πρόσφατο έργο του, ο ιστορικός και ειδικός της δημογραφίας Emmanuel Todd υιοθετεί με τον δικό του τρόπο την υπόθεση της ανατροπής, την οποία συνδέει με τη «μαζική είσοδο στον εργάσιμο βίο γενεών […] που δεν έχουν γνωρίσει τον φτωχότερο κόσμο που υπήρχε στο παρελθόν: των οποίων η ύπαρξη εντασσόταν, πριν την ύφεση των τελευταίων ετών, σε έναν κόσμο ευημερίας. Αυτές οι γενιές είναι πολύ πιο ευαίσθητες στην πτώση».[x]

 Παρότι μπορούμε να ελπίζουμε ότι η κρίση θα συμβάλλει στον κλονισμό των προσχηματισμένων ιδεών για την εργασία (την αξία της, τη χρησιμότητά της, αν είναι αναγκαία ή όχι, την ιεραρχία των μισθών), ο δρόμος προς την κριτική της εκμετάλλευσης, που έχει σχεδόν εξαφανιστεί από τον ορίζοντα εδώ και χρόνια, είναι πιθανό ότι θα είναι μακρύς. Όσο για το μίσος για τον Μακρόν και την κυβέρνησή του, που νιώθει μια όλο και μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού, δεν είναι πιθανό να οδηγήσει στην κριτική του κράτους. Αντιθέτως, το (ήδη παρόν) αίτημα για την αναστροφή της πολιτικής του και η επιθυμία για μια κυβέρνηση που θα είναι πιο ικανή και θα βρίσκεται αληθινά στην υπηρεσία του λαού και όχι στην υπηρεσία των πιο ισχυρών καπιταλιστών, σίγουρα θα ενισχυθεί. Δεν είναι τόσο η βία των Κίτρινων Γιλέκων που απειλεί να επανεμφανιστεί όσο ο διαταξικός λόγος τους, γιατί και τώρα, πραγματικά, πολλά μικρά αφεντικά και τεχνίτες επίσης «υποφέρουν» από την κρίση.

Η επιστροφή στους κοινωνικούς αγώνες (κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πότε θα γίνει, ούτε υπό ποιες συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας) είναι πολύ πιθανό ότι θα χαρακτηριστεί από πολύ πιο μεγάλες σαββατιάτικες ταραχές από αυτές που συνέβησαν στις τελευταίες «πράξεις» των Κίτρινων Γιλέκων[xi] – των οποίων η τελετουργική διάσταση δεν θα αποφευχθεί, αφορώντας όμως κυρίως τους πιο κινητοποιημένους ακτιβιστές. Θα χαρακτηριστεί όμως επίσης και από τους ελιγμούς των ιδιαίτερα δραστήριων δήθεν ριζοσπαστών πολιτικών που θα επιχειρήσουν να πουλήσουν τα εναλλακτικά σκουπίδια τους στους οργισμένους αλλά αποπροσανατολισμένους προλετάριους.

Σύνδεσμος προς το τελευταίο μέρος του κειμένου

Υποσημειώσεις

[i] Μια πρώτη χαρτογράφηση αυτών των απεργιών μπορεί να βρεθεί στην ιστοσελίδα της συλλογικότητας Classe (http://www.classeenlutte.org/2020/03/26/cartographie-des-luttes-sous-covid/)

[ii] Βλ. για παράδειγμα το άρθρο του O. Michel « Coronavirus Covid-19 : à Lyon, une société de nettoyage et de restauration s’inquiète pour ses salaries», france3‐regions.francetvinfo.fr, 4 Απριλίου 2020.

[iii] Στο Βέλγιο, εργαζόμενοι σε πολλές αλυσίδες σούπερ μάρκετ κατέβηκαν σε απεργία την 1η Απριλίου διεκδικώντας αύξηση των μισθών και αύξηση των ημερών άδειας. Luc Van Driessche, «La température sociale sous contrôle dans les supermarchés», lecho.be, 2 Απριλίου 2020.

[iv] Προς την «αντίθετη [γεωγραφική] κατεύθυνση», σε μια χώρα όπως η Καμπότζη που έχει επηρεαστεί ελάχιστα από τον ιό, 500.000 εργάτες στη βιομηχανία ενδυμάτων απειλούνται με ανεργία λόγω της διακοπής των ευρωπαϊκών και αμερικανικών παραγγελιών. Βλ. «Pandemic. Pour les ouvriers du prêt‐à‐ porter au Cambodge, un cataclysme à venir». courrierinternational.com, 8 Απριλίου 2020.

[v] Τον Φεβρουάριο του 2019 μια μελέτη του Συμβουλίου Προσανατολισμού της Απασχόλησης έκανε την εκτίμηση ότι περίπου 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι απασχολούνται στην αδήλωτη εργασία (με τα υψηλότερα ποσοστά παραβάσεων από την πλευρά των εργοδοτών να σημειώνονται στον ξενοδοχειακό τομέα, την εστίαση, τη λιανική πώληση τροφίμων, τις κατασκευές, τις υπηρεσίες ασφαλείας, τη γεωργία και τις προσωπικές υπηρεσίες).

[vi] Το επίδομα του συστήματος μειωμένου ωραρίου που λαμβάνει ένας εργαζόμενος αντιστοιχεί στο 70% του προηγούμενου μικτού μισθού του, δηλαδή σε περίπου 84% του καθαρού μισθού (καθώς δεν γίνονται κρατήσεις για την κοινωνική ασφάλιση). Το κομμάτι που συγχρηματοδοτείται από το κράτος και τον Unédic [τον γαλλικό ΟΑΕΔ] και το οποίο καταβάλλεται από το κράτος στην επιχείρηση ήταν σταθερό πριν από την κρίση του κορωνοϊού. Το έκτακτο σύστημα επιδοτούμενου μειωμένου ωραρίου που εισήχθη στις 26 Μαρτίου του 2020 προβλέπει ότι το «επίδομα μειωμένου ωραρίου που καταβάλλεται στον εργοδότη […] καλύπτει τώρα το 70% του πρότερου μικτού μισθού του εργαζόμενου μέχρι του ποσού του ελάχιστου μισθού (SMIC) πολλαπλασιασμένου επί 4,5, με ελάχιστο ύψος 8,03 ευρώ την ώρα». Το βάρος που πέφτει στον εργοδότη επομένως εκμηδενίζεται για όλους τους εργαζόμενους των οποίων ο μικρός μισθός είναι χαμηλότερος από 4,5 φορές τον ελάχιστο μισθό. (Είναι πιθανή η ύπαρξη όρων στις επιχειρησιακές ή κλαδικές συλλογικές συμβάσεις που να προβλέπουν ότι οι επιχειρήσεις θα καταβάλλουν στους εργαζόμενούς τους πάνω από το 70% του μισθού τους σε περίπτωση επιβολής μειωμένου ωραρίου, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις που οι εργοδότες αποφασίζουν μονομερώς να το κάνουν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο εργοδότης καταβάλλει τη διαφορά). Το ελάχιστο ύψος των 8,03 ευρώ την ώρα καθιστά το ύψος της αποζημίωσης για τους εργαζόμενους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό ίσο με το 100% του μισθού τους. Τέλος, η γραφειοκρατική διαδικασία έχει σε μεγάλο βαθμό απλοποιηθεί και επιταχυνθεί.

[vii] Η παραγωγικότητα αυτών των νέων εργαζόμενων εξ αποστάσεως φαίνεται να είναι χαμηλότερη από το κανονικό. Διάφορες μελέτες που έχουν γίνει έχουν μέχρι στιγμής καταλήξει ότι η πλειοψηφία των εργαζόμενων είναι ικανοποιημένοι παρόλο που 55% από αυτούς έχουν παρατηρήσει αύξηση του ημερήσιου χρόνου εργασίας τους. Βλ. Thuy‐Diep Nguyen, «Télétravail en confinement: « Il est compliqué d’être aussi productif qu’en temps ordinaire», challenges.fr, 7 Απριλίου 2020 και «Le télétravail améliore-t-il la qualité de vie au travail?», veille‐travail.anact.fr, 20 Δεκεμβρίου 2018.

[viii] Simon Chodorge, «Quelles usines françaises ont fermé à cause du Covid-19 ?», usinenouvelle.com, 18 Μαρτίου 2020.

[ix] Εκτός από δραστηριότητες όπως η προμήθεια ανταλλακτικών, ειδικά για ασθενοφόρα, καθώς και οι δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης ή τα προγράμματα για την κατασκευή ιατρικών αναπνευστήρων.

[x] Emmanuel Todd, Les luttes de classes en France au xxie siècle, Paris, Seuil, 2020, σ. 40.

[xi] (σ.τ.μ.) Κατά τη διάρκεια του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων πραγματοποιούνταν κάθε Σάββατο πορείες σε πολλές γαλλικές πόλεις που συχνά οδηγούσαν σε συγκρούσεις με την αστυνομία και σε καταστροφές της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας.